Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Ο βοσκός και τα αγριοκάτσικα


















Αἰπόλος καὶ αἶγες ἄγριαι

Αἰπόλος τὰς αἶγας αὑτοῦ ἀπελάσας ἐπὶ νομήν, ὡς ἐθεάσατο ἀγρίαις αὐτὰς ἀναμιγείσας, ἑσπέρας ἐπιλαβούσης, πάσας εἰς τὸ ἑαυτοῦ σπήλαιον εἰσήλασε. Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ χειμῶνος πολλοῦ γενομένου, μὴ δυνάμενος ἐπὶ τὴν συνήθη νομὴν αὐτὰς παραγαγεῖν, ἔνδον ἐτημέλει, ταῖς μὲν ἰδίαις μετρίαν τροφὴν παραβάλλων πρὸς μόνον τὸ μὴ λιμώττειν, ταῖς δὲ ὀθνείαις πλείονα παρασωρεύων πρὸς τὸ καὶ αὐτὰς ἰδιοποιήσασθαι. Παυσαμένου δὲ τοῦ χειμῶνος, ἐπειδὴ πάσας ἐπὶ νομὴν ἐξήγαγεν, αἱ ἄγριαι ἐπιλαβόμεναι τῶν ὀρῶν ἔφευγον. Τοῦ δὲ ποιμένος ἀχαριστίαν αὐτῶν κατηγοροῦντος, εἴγε περιττοτέρας αὐταὶ τημελείας ἐπιτυχοῦσαι καταλείπουσιν αὐτὸν, ἔφασαν ἐπιστραφεῖσαι· "Ἀλλὰ καὶ δι' αὐτὸ τοῦτο μᾶλλον φυλαττόμεθα· εἰ γὰρ ἡμᾶς τὰς χθές σοι προσεληλυθυίας τῶν πάλαι σὺν σοὶ προετίμησας, δῆλον ὅτι, εἰ καὶ ἕτεραί σοι μετὰ ταῦτα προσπελάσουσιν, ἐκείνας ἡμῶν προκρινεῖς."
Ὁ λόγος δηλοῖ μὴ δεῖν τούτων ἀσμενίζεσθαι τὰς φιλίας οἷ τῶν παλαιῶν φίλων ἡμᾶς τοὺς προσφάτους προτιμῶσι, λογιζομένους ὅτι, κἂν ἡμῶν ἐγχρονιζόντων ἑτέροις φιλιάσωσιν, ἐκείνους προκρινοῦσιν.


Μέσα σε σπήλαιο οδηγεί ένας βοσκός τα γίδια
να φυλαχτεί που ξέσπασε μεγάλη καταιγίδα.
Άγριες κατσίκες βρίσκει εκεί, πιότερες και μεγάλες
που σαν κι αυτές στη στάνη του ποτέ δεν είχε άλλες.
Τότε παράτησε ο βοσκός τα ζώα τα δικά του
και τάιζε μόνο ο καψερός τ’ αγριοκάτσικά του.
Τα ζώα απ’ το κοπάδι του στην πείνα τους ψοφήσαν·
βγήκαν και τ’ άγρια απ’ τη σπηλιά και στο βουνό σκορπίσαν.

Μια σκέψη στο κεφάλι του τον ενοχλεί σαν μύγα:
πως όποιος πάει για τα πολλά, θα χάσει και τα λίγα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου