Ἡρακλῆς καί Πλοῦτος
Ἡρακλῆς ἰσοθεωθεὶς καὶ παρὰ Διὶ ἑστιώμενος ἕνα
ἕκαστον τῶν θεῶν μετὰ πολλῆς φιλοφροσύνης ἠσπάζετο. Καὶ δὴ τελευταίου
εἰσελθόντος τοῦ Πλούτου, κατὰ τοῦ ἐδάφους κύψας ἀπεστρέψατο αὐτόν. Ὁ δὲ Ζεὺς
θαυμάσας τὸ γεγονὸς ἐπυνθάνετο αὐτοῦ τὴν αἰτίαν δι᾿ ἣν πάντας τοὺς δαίμονας
προσαγορεύσας ἀσμένως μόνον τὸν Πλοῦτον ὑποβλέπεται. Ὁ δὲ εἶπεν· Ἀλλ᾿ ἔγωγε διὰ
τοῦτο αὐτὸν ὑποβλέπομαι ὅτι παρ᾿ ὃν καιρὸν ἐν ἀνθρώποις ἤμην, ἑώρων αὐτὸν ὡς
ἐπὶ τὸ πλεῖστον τοῖς πονηροῖς συνόντα.
Ὁ λόγος λεχθείη ἂν ἐπ᾿ ἀνδρὸς πλουσίου
μὲν τὴν τύχην, πονηροῦ δὲ τὸν τρόπον.
Μαζί με τους θεούς μπορεί ο Ηρακλής να φάει·
με σεβασμό, όπως έρχονται, όλους τους χαιρετάει.
Μόνο στον Πλούτο έσκυψε να μην τον αντικρίσει
κι εύλογα ο Δίας ζήτησε αυτό να του εξηγήσει.
« Γιατί εγώ όσο γύριζα σ’ όλους τους κάτω τόπους
τον είδα να επισκέπτεται μόνο κακούς ανθρώπους ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου